Ανησυχητικά, ομολογουμένως, είναι τα μηνύματα για τη αποστασιοποίηση των πολιτών από το πολιτικό γίγνεσθαι του τόπου,  που εκπέμπουν τόσο το γεγονός ότι μόνο το 21,5% από αυτούς που δικαιούνταν να εγγραφούν στους εκλογικούς καταλόγους ανταποκρίθηκαν  όσο και οι κατά καιρούς διενεργούμενες δημοσκοπήσεις.  Mια μερίδα συμπολιτών μας απέχουν λόγω αδιαφορίας προς τα όσα τεκταίνονται γύρω τους. Για τη μεγάλη, όμως, πλειοψηφία η αποχή είναι εκδήλωση απαξίωσης των πολιτικών. Ένα μεγάλο ποσοστό από τους τελευταίους, δεν απαξιώνουν μόνο τους πολιτικούς αλλά και την πολιτική. Kι από εδώ αρχίζουν οι κίνδυνοι. Γιατί, ενώ τους πολιτικούς μπορούμε να τους αλλάξουμε, η πολιτική ως αξία του δημοκρατικού πολιτεύματος είναι αναντικατάστατη.

Δυστυχώς, η εποχή του θεσμικού και ηθικού εκφυλισμού που διερχόμαστε έχει επηρεάσει την πολιτική ως αξία και έχει κλονίσει το ρόλο της στο δημόσιο βίο.  Πρόκειται για μια πανδημία, που ανκαι παρατηρείται σε πολλές χώρες, βρίσκεται σε έξαρση στην Κύπρο. Υπήρξαμε μάρτυρες στην Κύπρο,  κατά τα χρόνια του ελεύθερου πολιτικού της βίου, όχι μόνο των πρακτικών της διαφθοράς, της διαπλοκής και της ευνοιοκρατίας,  αλλά  και ενός πρωτοφανούς πολιτικού τυχοδιωκτισμού, με ετερόκλιτες συμμαχίες για διαμερισμό των λαφύρων της εξουσίας. Υπήρξαμε μάρτυρες ενός στείρου πολιτικού λόγου διανθισμένου από τον λαϊκισμό. Η οικονομική κρίση,  που δημιούργησε τις στρατιές των ανέργων και των αναξιοπαθούντων, επέφερε  και τη  διόγκωση του λαϊκισμού στον οποίο έσπευσαν να προσφύγουν διάφοροι νεοφανείς ή μικρού πολιτικού εκτοπίσματος δημαγωγοί και πολιτικάντηδες για να προσφέρουν εύκολες και ανώδυνες λύσεις σε σύνθετα προβλήματα Μια μελέτη της πολιτικής ιστορίας του τόπου εμφανίζει μια πολιτική ηγεσία διεφθαρμένη και ανίκανη,  που οδήγησε την οικονομία στη χρεοκοπία και το Κυπριακό στην  καταβαράθρωση..

Η απαξίωση στρέφεται πρώτιστα προς τα κόμματα.  Είναι αφάνταστα δύσκολο να δεχθούμε, ότι τα κυπριακά κόμματα μπορούν να ανταποκριθούν στις ανάγκες της κοινωνίας και του κράτους. Την οργάνωση και λειτουργία των κομμάτων την χαρακτηρίζουν  η αδιαφάνεια και  η εσωστρέφεια. Το στελεχικό τους δυναμικό παράγεται και ανακυκλώνεται μέσα στις γνωστές κομματικές θερμοκοιτίδες. Υπάρχουν, βέβαια, και οι εξαιρέσει. Οι εξαιρέσεις αυτές υπάρχουν για να επιβεβαιώσουν τον κανόνα. Πέραν τούτο,  η  στελέχωση των κομμάτων διέπεται, όταν υπάρχουν τα δεδομένα,  και  από το «νεποτισμό», όπου το κριτήριο της επιλογής είναι η οικογενειακή καταγωγή ή η συγγένεια με πρόσωπα που διετέλεσαν ηγέτες ή στελέχη τους. Έτσι, βλέπουμε τα νεαρά βλαστάρια των πολιτικών να εκτοξεύονται, μόλις κάνουν τα πρώτα τους πολιτικά βήματα, στα ύψη της πολιτικής πυραμίδας.

Με βάση το πιο πάνω σκηνικό, μια μεγάλη μερίδα πολιτών και, κυρίως, των νέων μας απέχει από τη κομματική ζωή του τόπου.  Πρόκειται για ανθρώπους που δεν είναι θρασείς και «καπάτσοι».  Είναι ακέραιοι, φιλότιμοι, εργατικοί, σεμνοί και υπεύθυνοι.   Παρά το ότι είναι ενεργοί πολίτες, δεν προσφέρονται να υπηρετήσουν τα διαπλεκόμενα πολιτικά, οικονομικά και «μιντιακά» κατεστημένα. Αποφεύγουν να πατήσουν στον βόθρο που είναι εμποτισμένος από τις λάσπες της διαφθοράς και της διαπλοκής. Δεν εμπιστεύονται ένα πολιτικό σύστημα που εκτρέφει μεγαλοαπατεώνες, τρωκτικά βρώμικου πολιτικού χρήματος και που έχει καθιερώσει μια κουλτούρα ατιμωρησίας για όσους κατά καιρούς εγκλημάτησαν σε βάρος της πατρίδας μας, με τη σύμπραξή τους είτε στο προδοτικό πραξικόπημα είτε στα διάφορα σκάνδαλα. 

Η  αποχή από τις εκλογές, σπεύδουν να υποδείξουν πολλοί,  δεν είναι λύση. Οι απέχοντες, χωρίς να το θέλουν, καθίστανται συνεργοί στη συντήρηση του σάπιου πολιτικού συστήματος.  Υπάρχει, όμως,  και ο αντίλογος: Η συμμετοχή, με τις κρατούσες συνθήκες, νομιμοποιεί την  πλαστογράφηση της λαϊκής βούλησης. Το πρόβλημα δεν είναι η αποχή από τις εκλογές  αλλά   η απαξίωση της πολιτικής. Η πολιτική, όπως αναφέρω και στην αρχή του άρθρου, είναι αναντικατάστατη. Η πολιτική δεν είναι παρά το σύνολο των απαραίτητων ενεργειών που συνδέονται με την ανάδειξη των εκπροσώπων του φορέα της κρατικής εξουσίας, που είναι ο λαός.  Έτσι, ολοκληρώνεται η δημοκρατία. Προέχει, ως εκ τούτου, η ανάγκη εξόδους από αυτό το τέλμα και εκσυγχρονισμού των κανόνων που διέπουν τον δημόσιο βίο. Προς τούτο, χρειάζεται πολλά να γίνουν. Το έργο δεν είναι εύκολο. Θεσμοί, νοοτροπίες και συμπεριφορές δεν εισάγονται. Σπέρνονται και φυτρώνουν εγχώρια  δια μέσου μιας πολυχρόνιας καλλιέργειας.

(Φιλελεύθερος, 13.4.2014)